Άρειος, ο πρώτος των αιρεσιαρχών

2025-07-29

Προσωπογραφία του Αρείου από Ιταλό καλλιτέχνη τον 14ο αιώνα
Προσωπογραφία του Αρείου από Ιταλό καλλιτέχνη τον 14ο αιώνα

Άρειος, μια σύντομη βιογραφία

Ο Άρειος γεννήθηκε μεταξύ των ετών 250 και 270 μ.Χ. στη Λιβύη. Σπούδασε στην Αλεξάνδρεια και κατόπιν στην Αντιόχεια, όπου ήρθε σε επαφή με τον μάρτυρα Λουκιανό, θεολόγο και λόγιο που αφιέρωσε τη ζωή του στη μελέτη και διόρθωση των Αγίων Γραφών. Ο Λουκιανός δίδαξε πολλούς μαθητές και μαρτύρησε για την πίστη του στον Χριστό το 312.

Η δραστηριότητα του Αρείου εκδηλώθηκε κυρίως στην Αλεξάνδρεια, από την εποχή της σχέσης του με τον σχισματικό επίσκοπο Λυκοπόλεως Μελίτιο (περί το 305), έως και την καταδίκη του από την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας το 325.

Αν και αρχικά είχε προσχωρήσει στο σχίσμα του Μελίτιου, αργότερα μετανόησε, ζήτησε συγχώρηση και έγινε δεκτός πίσω στην Εκκλησία. Ο Επίσκοπος Πέτρος Αλεξανδρείας (300–311) τον είχε χειροτονήσει διάκονο, ενώ ο διάδοχός του Αχιλλάς (312–313) τον χειροτόνησε πρεσβύτερο και του ανέθεσε διδακτικό και ερμηνευτικό έργο.

Ο Επίσκοπος Αλέξανδρος, αναγνωρίζοντας τις ικανότητές του, του εμπιστεύθηκε την ενορία της Βαύκαλης, μία από τις σημαντικότερες κοινότητες της επισκοπής Αλεξανδρείας. Εκεί, ο Άρειος ανέπτυξε σημαντική εκκλησιαστική και θεολογική δράση και μέχρι το 318 θεωρούνταν ο επιφανέστερος πρεσβύτερος της Εκκλησίας της Αλεξάνδρειας.

Ο Άρειος περιγράφεται ως λεπτοκαμωμένη, μελαγχολική και ασκητική μορφή, με ευγενικό και πειστικό λόγο, γεγονός που του χάρισε πλήθος οπαδών.

Το 320, ο Αλέξανδρος συγκάλεσε τοπική σύνοδο στην Αλεξάνδρεια, η οποία καταδίκασε τις διδασκαλίες του Αρείου ως αιρετικές. Μετά την καταδίκη του, ο Άρειος κατέφυγε στην Καισάρεια, στην Τύρο και τελικά στη Νικομήδεια, η οποία αποτέλεσε το κέντρο της νέας του δράσης.

Το 324, ο Όσιος Κορδούης, κατ' εντολή του Μ. Κωνσταντίνου, επιχείρησε να συμφιλιώσει τον Άρειο με τον Αλέξανδρο μέσω επιστολής, πιστεύοντας (λανθασμένα) ότι οι διαφορές τους ήταν επιφανειακές. Ωστόσο, το πρόβλημα ήταν δογματικό και βαθιά ουσιαστικό. Το ζήτημα εξετάστηκε αρχικά από τοπική σύνοδο στην Αντιόχεια (325) και τελικά από την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια το ίδιο έτος, η οποία καταδίκασε τον Άρειο, τη διδασκαλία του και τους οπαδούς του.

Ο Άρειος εξορίστηκε στην Ιλλυρία και για ένα μικρό χρονικό διάστημα η Εκκλησία γνώρισε ειρήνη. Το 327 υπέγραψε μία μινιμαλιστική ομολογία πίστεως, η οποία όμως δεν αναφερόταν ρητά στις σχέσεις Πατρός και Υιού, ώστε να παρακαμφθεί το δογματικό ζήτημα. Ο Μ. Κωνσταντίνος πίεσε για την επανένταξή του στην Εκκλησία, αλλά ο Αλέξανδρος αρνήθηκε, όπως και ο διάδοχός του, Μ. Αθανάσιος.

Το 333, ο Κωνσταντίνος διέταξε την καταστροφή των έργων του Αρείου. Ωστόσο, το 335, με τη στήριξη των οπαδών του, ο Άρειος κατόρθωσε να προκαλέσει την αντικανονική καταδίκη του Μ. Αθανασίου στη Σύνοδο της Τύρου και λίγο αργότερα να αποκατασταθεί στην Εκκλησία από τη Σύνοδο της Ιερουσαλήμ. Την ίδια χρονιά, ο αυτοκράτορας είχε συμφωνήσει με την επανένταξή του, όμως ο αιφνίδιος θάνατος του Αρείου -τον οποίο ορισμένοι αποδίδουν σε θεία παρέμβαση ή ακόμα και σε δηλητηρίαση- ανέτρεψε τα σχέδια αυτά.

Εχθρότητα του Αρείου προς τον Αλεξανδρείας Αλέξανδρο

Η ένταση μεταξύ του Αρείου και του επισκόπου Αλεξανδρείας Αλεξάνδρου, όπως αναφέρει και ο ιστορικός Θεοδώρητος, είχε ως βασική αιτία τη ζήλια και τον φθόνο του Αρείου για τον επίσκοπο. Η αντιπαλότητα αυτή ενισχύθηκε ιδιαίτερα μετά την εκλογή του Αλεξάνδρου ως επισκόπου Αλεξανδρείας, θέση την οποία πιθανώς επιθυμούσε και ο ίδιος ο Άρειος.

Παρά την αντιπάθεια και το μίσος του Αρείου, ο Αλέξανδρος στην αρχή του φέρθηκε με τιμή και εμπιστοσύνη. Αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι του ανέθεσε τη διαποίμανση της σημαντικότερης επαρχίας του επισκοπικού του θρόνου, ένδειξη μεγάλης εκτίμησης και σεβασμού.

Ο Άρειος, μη έχοντας τη δυνατότητα να κατηγορήσει τον Αλέξανδρο για ανηθικότητα ή απρεπή συμπεριφορά, στράφηκε εναντίον του σε θεολογικό επίπεδο. Έτσι, προκάλεσε το γνωστό δογματικό ζήτημα αρνούμενος τη θεότητα του Λόγου, σε αντίθεση με την αποστολική και ορθόδοξη διδασκαλία που υποστήριζε και δίδασκε ο Αλέξανδρος. 

Αρειανισμός

Ο Αρειανισμός ήταν μια σοβαρή χριστολογική αίρεση του 4ου αιώνα, που αρνιόταν τη θεότητα του Χριστού και κατά συνέπεια απειλούσε άμεσα την Ορθόδοξη χριστιανική πίστη. Η αίρεση αυτή πήρε το όνομά της από τον Άρειο, πρεσβύτερο της Αλεξάνδρειας, και καταδικάστηκε στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια το 325 μ.Χ.

Ο Άρειος δίδασκε τα εξής:

  • Ο Θεός Πατέρας είναι ο μόνος άναρχος, άκτιστος και αιώνιος.
  • Ο Υιός (ο Λόγος) δεν είναι ομοούσιος με τον Πατέρα, δηλαδή δεν έχει την ίδια ουσία.
  • Ο Λόγος είναι δημιούργημα του Πατέρα και δημιουργήθηκε εν χρόνω (υπήρχε δηλαδή στιγμή που "δεν υπήρχε").
  • Ο Λόγος, αν και είναι το πρώτο και ανώτερο κτίσμα, δεν είναι αληθινός Θεός, αλλά θεοποιήθηκε κατ' οικονομίαν λόγω της υπακοής Του από τον Πατέρα.
  • Ο Λόγος δημιούργησε τον υπόλοιπο κόσμο, λειτουργώντας ως "εργαλείο" του Πατέρα.
  • Το Άγιο Πνέυμα ήταν το πρώτο δημιούργημα του Λόγου και κατώτερος Θεός από τον Λόγο.
  • Ο Χριστός δεν είναι ούτε τέλειος άνθρωπος, αλλά ούτε τέλειος θεός. Είναι κάτι αναμεσά στον Θεό και τον άνθρωπο, ανίκανος να σώσει τον άνθρωπο.

Η θεολογική αντίληψη αυτή οδηγεί σε εσφαλμένη σωτηριολογία, διότι αν ο Χριστός δεν είναι αληθινός Θεός, δεν μπορεί να σώσει την ανθρώπινη φύση πλήρως, μόνο ο Θεός μπορεί να σώσει τον άνθρωπο.

Συγγραφικό έργο του Αρείου

Το συγγραφικό έργο του Αρείου, αν και δεν ήταν μικρό σε όγκο, δεν ανταποκρίνεται στην ένταση του θορύβου και της ταραχής που προκάλεσε η διδασκαλία του στην Εκκλησία. Ο Άρειος συνέγραψε επιστολές, ομολογίες πίστεως και λαϊκούς ύμνους, μέσα από τους οποίους παρουσίαζε τις θεολογικές του απόψεις. Αυτές τις απόψεις περιέλαβε και στο γνωστότερο έργο του, το συμπόσιο με τίτλο Θαλία, γραμμένο σε μετρική μορφή, πιθανότατα για να γίνει πιο προσιτό και ευχάριστο στον απλό λαό.

Τα περισσότερα από τα έργα του Αρείου δεν διασώθηκαν, καθώς καταστράφηκαν μετά από αυτοκρατορική διαταγή εξαιτίας της καταδίκης της αιρέσεώς του. Παρ' όλα αυτά, ορισμένα αποσπάσματα και τίτλοι διασώζονται μέσω των έργων των αντιπάλων του, όπως του Μ. Αθανασίου.

Ορισμένα γνωστά έργα ή κείμενα του Αρείου είναι:

  • Επιστολή προς Ευσέβιο Νικομηδείας
  • Έκθεσις Πίστεως του Αρείου και των ομοφρόνων του προς τον Αλέξανδρο Αλεξανδρείας
  • Έκθεσις Πίστεως προς τον Μέγα Κωνσταντίνο
  • Θαλία (συμπόσιο – θεολογικό έργο σε μετρική μορφή)

Ά Οικουμενική Σύνοδος

Η Ά Οικουμενική Σύνοδος σε χειρόγραφο της βιβλιοθήκης της αρχιεπισκοπής του Vercelli
Η Ά Οικουμενική Σύνοδος σε χειρόγραφο της βιβλιοθήκης της αρχιεπισκοπής του Vercelli

Στη Σύνοδο συμμετείχαν περίπου 318 επίσκοποι από όλο τον χριστιανικό κόσμο, κυρίως από την Ανατολή. Ανάμεσά τους ξεχώρισε ο Μέγας Αθανάσιος, τότε διάκονος και συνοδός του Αλεξανδρου Αλεξανδρείας, ο οποίος υπήρξε ο σθεναρότερος αντίπαλος του Αρείου.

Τα κύρια έργα της Συνόδου ήταν:

  • Η καταδίκη της διδασκαλίας του Αρείου ως αιρετικής.
  • Η σύνταξη του Συμβόλου της Πίστεως της Νίκαιας, όπου διατυπώθηκε με σαφήνεια η ομοουσιότητα του Υιού με τον Πατέρα:

«Πιστεύομεν… εις ένα Κύριον Ιησούν Χριστόν… Θεόν αληθινόν εκ Θεού αληθινού, γεννηθέντα, ου ποιηθέντα, ομοούσιον τω Πατρί…και εις το Πνεύμα το Άγιο.» (Οι Πατέρες της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου δεν ανέπτυξαν δόγμα περί του Αγίου Πνεύματος, γιατί εκείνη την εποχή δεν είχε ακόμη τεθεί ως πρόβλημα η θεότητά Του. Η αίρεση του Μακεδονίου (Πνευματομάχοι), που αμφισβήτησε τη θεότητα του Αγίου Πνεύματος, εμφανίστηκε αργότερα — γι' αυτό και το θέμα θα αντιμετωπιστεί από τη Β΄ Οικουμενική Σύνοδο (Κωνσταντινούπολη, 381 μ.Χ.), όπου το Σύμβολο της Νίκαιας συμπληρώθηκε με τις θεοπνεύστως διατυπωμένες θέσεις για το Άγιο Πνεύμα)

  • Η επιβολή εκκλησιαστικών ποινών στον Άρειο και τους υποστηρικτές του (εξορία, καθαίρεση).
  • Η ρύθμιση κανονικών ζητημάτων, όπως ο καθορισμός της ημερομηνίας του Πάσχα, ο οποίος αποφασίστηκε να μην συμπίπτει με το εβραϊκό Πάσχα.
  • Έκδοση 20 ιερών κανόνων που ρύθμιζαν θέματα πειθαρχίας, χειροτονιών, σχέσεων μεταξύ επισκόπων και επιστροφής αιρετικών.

Βιβλιογραφία

  • ΜΟΣΧΟΣ Δ., Συνοπτική Ιστορία της Χριστιανικής Εκκλησίας, Ακρίτας.
  • ΧΙΛ Τ., Η Ιστορία του Χριστιανισμού, Ουρανός.
  • ΑΜΟΙΡΙΔΟΥ, Ε., Πτυχές από την Ιστορία της Αδιαίρετης Εκκλησίας, Μέθεξις.
  • ΣΚΟΥΤΕΡΗΣ Κ., Ιστορία Δογμάτων, τ. 2ος, Ιδιωτική.
  • ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΟΣ Σ., Μεγάλοι Σταθμοί της Θεολογίας, Γρηγόρη.